Είμαστε σε μια βιβλιοθήκη με απόλυτη ησυχία.
Διαβάζοντας, έτσι για να σπάσουμε τη μονοτονία, φοράμε τα
ακουστικά του ipod μας και ακούμε τον αγαπημένο μας σταθμό.
Μετά από κάποια ώρα, έρχεται κάποιος φίλος μας και μας ψιθυρίζει κάτι.
Εμείς αρχίζουμε να του
μιλάμε, νομίζοντας ότι μιλάμε σε φυσιολογικό τόνο.
Όμως ξαφνικά, μας κάνει νόημα να χαμηλώσουμε τον τόνο της φωνής μας.
Γιατί συνέβη αυτό;
Όταν
μιλάμε, δεν μιλάμε μόνο, αλλά ακούμε και τη
φωνή μας, κανονίζοντας να μετριάσουμε την ένταση σε επιθυμητά επίπεδα που αρμόζουν στο περιβάλλον που βρισκόμαστε.
Έτσι, με το μετρίασμα αυτό, ξέρουμε ότι μας ακούει ο συνομιλητής μας και ότι δεν ”γκαρίζουμε”.
Αυτό πλέον γίνεται σχεδόν αυτόματα και δεν χρειάζεται να έχουμε το νου μας γι’ αυτή την ”συμπεριφορά”.
Σε ένα περιβάλλον με
φασαρία, όλοι μας μιλάμε πιο δυνατά, μετριάζοντας αυτόματα στην επιθυμητή ένταση που θα πρέπει να έχει η φωνή μας.
Όταν φοράμε
ακουστικά, ακόμα και να μην ακούμε μουσική, τότε ο ρυθμός της ομιλίας μας ”αποσυντονίζεται”, επειδή δεν ακούμε την πραγματική ένταση της φωνής μας.
Έτσι, μην ακούγοντας την πραγματική ένταση της φωνής μας, μιλάμε πιο δυνατά, νομίζοντας ότι αυτή την ένταση θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε!
Τώρα, αν ακούμε και
μουσική σε ιδιαίτερα δυνατή ένταση, το φαινόμενο αυτό χειροτερεύει, με αποτέλεσμα σε ένα αρκετά ήσυχο περιβάλλον, να μιλάμε αρκετά δυνατά, νομίζοντας ότι επειδή ”μας ακούμε” οριακά, το ίδιο μας ακούει και ο συνομιλητής μας!
Έτσι απλά!
Διαβάστε στη συνέχεια
Γιατί η φωνή μας ακούγεται διαφορετικά ηχογραφημένη